η μάχη
121θερμοπύλες — I Στενό πέρασμα (στενωπός) μεταξύ του Μαλιακού κόλπου και του Καλλίδρομου, που η στρατηγική του θέση έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην ιστορία της αρχαίας Ελλάδας. Το τοπίο σήμερα έχει αλλοιωθεί με τις προσχώσεις των ποταμών, κυρίως του Σπερχειού, και… …
122θιακός — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Απόστολος. Καταγόταν από την Ιθάκη. Ήταν ναυτικός και ταξίδευε στη Μαύρη θάλασσα, όταν ξέσπασε το κίνημα στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες. Με κίνδυνο της ζωής του κατόρθωσε να διασώσει τα λείψανα του Ιερού Λόχου. Στην… …
123θυμομαχία — θυμομαχία, ἡ (Α) πεισματώδης μάχη, ορμητική μάχη. [ΕΤΥΜΟΛ. < θυμο * + μαχία (< μάχος, < μάχη), πρβλ. ναυ μαχία, οδο μαχία] …
124κακός — Μυθολογικό πρόσωπο της ρωμαϊκής μυθολογίας. Σύμφωνα με την παράδοση ήταν μισός άνθρωπος και μισός σάτυρος. Γιος του Ηφαίστου και φοβερός ληστής, έβγαζε από το στόμα του φλόγες και καπνούς. Κατοικούσε σε μια σπηλιά στον λόφο του Αβεντίνου (ένας… …
125κεραμεικός — Αρχαίος δήμος της Αθήνας. Βρισκόταν στα βορειοδυτικά κράσπεδα της πόλης, στην κοιλάδα που διέσχιζε ο Ηριδανός. Η ονομασία, που χρησιμοποιείται και για τη σύγχρονη συνοικία της Αθήνας, προήλθε από τον ήρωα Κέραμο, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης …
126κολοκοτρώνης — Επώνυμο οικογένειας εθνικών αγωνιστών, η δράση των οποίων εκτείνεται στην προεπαναστατική περίοδο, κατά τη διάρκεια της Επανάστασης καθώς και μετά την απελευθέρωση. Η οικογένεια καταγόταν από την Πελοπόννησο και πολλά μέλη της διαδραμάτισαν… …
127μαχητικός — ή, ό (Α μαχητικός, ή, όν) [μαχητής] 1. κατάλληλος για μάχη, πολεμικός (α. «δέδωκε γὰρ ἡ φύσις τοῑς μὲν ὄνυχας, τοῑς δὲ ὀδόντας μαχητικούς», Αριστοτ. β. «ο στρατός δεν ήταν εφοδιασμένος με μαχητικά αεροπλάνα») 2. αυτός που έχει κλίση για μάχη ή… …
128πάλη — Αγώνισμα σώμα με σώμα ανάμεσα σε δύο άτομα που προσπαθούν να καταρρίψουν το ένα το άλλο. Μεταφορικά ονομάζεται και η μάχη μεταξύ στρατευμάτων (μάχη πυροβολικού), καθώς και η προσπάθεια υπερνίκησης αντίθετων δυνάμεων ή εμποδίων (πάλη των τάξεων,… …