η μάχη

  • 111Military operations during the Turkish invasion of Cyprus — Date 20 July – 17 August 1974 Location Cyprus Result Turkish occupation of 38% of the island s area …

    Wikipedia

  • 112Operación Atila — Vista de satélite de la isla de Chipre. Fecha 20 de julio 17 de agosto de 1974 …

    Wikipedia Español

  • 113котора — (2) 1. Вражда, распря, раздор: [Тіи бо два храбрая Святъславлича, Игорь и Всеволодъ, уже лжу убудиста, которую то (убудиста которою, то) бяше успилъ отецъ ихъ Святъславь грозныи великыи Кіевскыи грозою. 21]. Вы (внуки Всеслава) бо своими… …

    Словарь-справочник "Слово о полку Игореве"

  • 114Δημήτριος — I Όνομα δύο βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Δ. Α’ ο Πολιορκητής. Βλ. λ. Δημήτριος ο Πολιορκητής. 2. Δ. Β’, ο αποκαλούμενος Αιτωλικός (275 – 229 π.Χ.). Βασι λιάς της Μακεδονίας (239 229 π.Χ.). Ήταν γιος του Αντίγονου Γονατά, τον οποίο διαδέχτηκε… …

    Dictionary of Greek

  • 115άδακρυς — Αδάκρυτος, εκείνος που δεν δακρύζει ή και εκείνος που δεν προξενεί δάκρυα. Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να χρησιμοποιούν τις εκφράσεις ά. μάχη, ά. νίκη και ά. πόλεμος.Στην αρχή, οι εκφράσεις αυτές σήμαιναν ότι είχε επιτευχθεί η νίκη χωρίς… …

    Dictionary of Greek

  • 116άμαχος — η, ο (Α ἄμαχος, ον) 1. αυτός που δεν παίρνει ή δεν πήρε μέρος σε μάχη ή σε πόλεμο 2. ο μη επιρρεπής προς τη μάχη, φιλειρηνικός, απόλεμος 3. ο μη μάχιμος αρχ. 1. (για πρόσωπα) ακαταμάχητος, ακαταγώνιστος, αήττητος 2. (για τόπους ή τοποθεσίες)… …

    Dictionary of Greek

  • 117ανάλατος — Τοποθεσία μεταξύ Αθήνας και Φαλήρου, κοντά στη λεωφόρο Συγγρού. Τον Απρίλιο του 1827 έγινε εκεί σφοδρή μάχη μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Στη μάχη έλαβαν μέρος πολλοί οπλαρχηγοί, μεταξύ των οποίων και ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, που είχε καταστρώσει… …

    Dictionary of Greek

  • 118ασπίδα — Αμυντικό όπλο το οποίο αποτελείται από έλασμα ποικίλου σχήματος, κατασκευασμένο από διάφορα υλικά και συγκρατούμενο με τον αριστερό βραχίονα για προστασία του πολεμιστή από τα εχθρικά όπλα. Κατ’ αναλογία λέγεται α. ή ασπίδιο και το χαλύβδινο… …

    Dictionary of Greek

  • 119εικονογραφία — Η τυπική απεικόνιση στα έργα τέχνης ιστορικών, μυθολογικών και θρησκευτικών προσώπων και θεμάτων με τα διακριτικά τους σύμβολα ή γνωρίσματα, όπως έχουν καθοριστεί από την παράδοση και το δόγμα. Για παράδειγμα, ένας αετός ή ένας επιβλητικός ώριμος …

    Dictionary of Greek

  • 120εφιάλτης — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ένας από τους Αλωάδες, που αποπειράθηκαν, σύμφωνα με την παράδοση, να βάλουν το όρος Πήλιο πάνω στην Όσσα, για να εξισώσουν το ύψος των δύο βουνών με τον Όλυμπο, ώστε να εκθρονίσουν από εκεί τους θεούς. Κατά τη διάρκεια όμως …

    Dictionary of Greek