η μάχη

  • 101Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… …

    Dictionary of Greek

  • 102Λειψία — (Leipzig). Πόλη (490.000 κάτ. το 1999) της Γερμανίας, στο κρατίδιο της Σαξονίας. Βρίσκεται κοντά στη συμβολή των ποταμών Βάισε Έλστερ, Πλάισε και Πάρτε, 140 χλμ. ΝΔ του Βερολίνου. Είναι γνωστή για τις διεθνείς εμπορικές εκθέσεις που… …

    Dictionary of Greek

  • 103Μαντίνεια — Αρχαία πόλη της Αρκαδίας. Τα ίχνη της βρίσκονται σε απόσταση 13 χλμ. Β της Τρίπολης. Αποτέλεσε μία από τις ισχυρότερες και σημαντικότερες πόλεις της Αρκαδίας και, σε αντιστοιχία με την Τεγέα, έπαιξε σπουδαίο και αποφασιστικό ρόλο στην εξέλιξη των …

    Dictionary of Greek

  • 104Μουσείο, Αρχαιολογικό Δελφών — Το Μουσείο των Δελφών, που στεγάζει μία από τις πλουσιότερες συλλογές έργων της αρχαίας ελληνικής τέχνης, χτίστηκε την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, με χρήματα του ελληνικού δημοσίου και την αρωγή του εθνικού… …

    Dictionary of Greek

  • 105Μωάμεθ — (αραβ. Μουχάματ, Μέκκα περ. 570 – Μεδίνα 632). Προφήτης και ιδρυτής του Ισλαμισμού. Για τη ζωή του Μ. η μόνη ασφαλής πηγή είναι το Κοράνιο, το οποίο όμως περιέχει ελάχιστο βιογραφικό υλικό. Ακολουθεί η Σίρα ή «Υποδειγματική ζωή» του προφήτη, που… …

    Dictionary of Greek

  • 106Ολύμπιος, Γεωργάκης — (Λιβάδι, Όλυμπος 1772 – Μονή Σέκου, Μολδαβία 1821). Έλληνας αρματολός και αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης. Ο Ο. –το πραγματικό του επώνυμο ήταν Ταρταγκές– καταγόταν (από τη μητέρα του) από τη μεγάλη αρματολική οικογένεια των Λαζαίων και κοντά …

    Dictionary of Greek

  • 107Παλαιολόγος — I Επώνυμο μεγάλης βυζαντινής οικογένειας από την οποία προέρχεται και η δυναστεία των Παλαιολόγων. Πολλά μέλη της έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορική πορεία της αυτοκρατορίας. Από αυτά γνωστότερα είναι: 1. Νικηφόρος. Στρατηγός και υπέρτιμος.… …

    Dictionary of Greek

  • 108Σαραντάπορο — Όνομα δύο οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (248 κάτ., υψόμ. 800), στην επαρχία Καρδίτσας, του ομώνυμου νομού. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Νεράιδας. 2. Ορεινός οικισμός (938 κάτ., υψόμ. 840), στην επαρχία Ελασσόνας του νομού Λαρίσης. Είναι… …

    Dictionary of Greek

  • 109Σιδέρης — Επώνυμο οικογένειας αγωνιστών του 1821, η οποία καταγόταν από το Μεσολόγγι. 1. Δημήτριος. Πλοιοκτήτης. Διάθεσε και απόλεσε όλα τα πλοία του στην επανάσταση του Ορλώφ (1770). 2. Ποθητός. Γιος του προηγούμενου. Διάθεσε όλα τα πλοία του για τον… …

    Dictionary of Greek

  • 110Φίλιπποι — Αρχαία πόλη της Μακεδονίας, ΒΔ της Καβάλας, η οποία ιδρύθηκε (με το όνομα Κρηνίδες) το 360/59 π.Χ., γνώρισε αξιόλογη ανάπτυξη στα χρόνια της μακεδονικής κυριαρχίας, έζησε και άκμασε ως ρωμαϊκή πόλη περίπου επί τρεις αιώνες, δέχτηκε πρώτη στην… …

    Dictionary of Greek