η ατμοσφαιρική πίεση

  • 31συμπιεσίμετρο — το, Ν παλαιότερος τύπος βαρομέτρου, στον οποίο η ατμοσφαιρική πίεση αντισταθμιζόταν με την έγκλειση αέρα στο πάνω μέρος υγρού …

    Dictionary of Greek

  • 32τονοθερμίδα — παλαιότερη γρφ. τοννοθερμίδα, η, Ν μονάδα θερμότητας ισοδύναμη με τη θερμότητα που απαιτείται για να αυξηθεί η θερμοκρασία μάζας νερού ενός τόνου κατά έναν βαθμό Κελσίου υπό κανονική ατμοσφαιρική πίεση. [ΕΤΥΜΟΛ. < τόνος (ΙΙ) + θερμίδα] …

    Dictionary of Greek

  • 33υπέρθερμος — η, ο / ὑπέρθερμος, ον, ΝΜ [θερμός] υπέρμετρα θερμός νεοελλ. φρ. α) «υπέρθερμος ατμός» φυσ. ατμός σε υψηλή θερμοκρασία που σχηματίζεται σε ορισμένες θερμοδυναμικές μεταβολές χωρίς προσφορά ποσοτήτων θερμότητας β) «υπέρθερμο ύδωρ» φυσ. νερό σε… …

    Dictionary of Greek

  • 34υπόηχοι — Ταλαντώσεις που διαδίνονται σε ένα ελαστικό μέσο, π.χ. αέρα, η συχνότητα των οποίων είναι χαμηλότερη από την πιο χαμηλή που μπορεί να γίνει αντιληπτή από το όργανο ακοής του ανθρώπου (16 παλμοί περίπου ανά δευτερόλεπτο). Ο ορισμός επομένως των υ …

    Dictionary of Greek

  • 35αιολική διάβρωση — Η διαβρωτική ενέργεια που αναπτύσσουν οι άνεμοι κατά την κίνησή τους πάνω στην επιφάνεια της Γης, τροποποιώντας έτσι την εξωτερική μορφή των διάφορων εμφανίσεων των πετρωμάτων, κυρίως στις ερημικές θερμές περιοχές και σε μικρότερη κλίμακα σε… …

    Dictionary of Greek

  • 36Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… …

    Dictionary of Greek

  • 37Γκέρικε, Ότο φον- — (Otto von Guericke, Μαγδεμβούργο 1602 – Αμβούργο 1686). Γερμανός φυσικός. Σπούδασε στο Λέιντεν και ταξίδεψε στη Γαλλία και στην Αγγλία. Το 1627 ονομάστηκε πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου της πόλης του Μαγδεμβούργου και το 1646 δήμαρχος.… …

    Dictionary of Greek

  • 38Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… …

    Dictionary of Greek

  • 39Πασκάλ, Μπλενζ — (Pascal Blaise, Κλερμόν Φεράν, Oβέρνη 1623 – Παρίσι 1662). Γάλλος φιλόσοφος, επιστήμονας και συγγραφέας. Ο πατέρας του (Ετιέν Πασκάλ), κρατικός αξιωματούχος που είχε εγκατασταθεί στο Παρίσι, φρόντισε για τη μόρφωσή του. Ο Μπλεζ έδειξε τόσο πρώιμα …

    Dictionary of Greek

  • 40Τοριτσέλι, Εβαντζελίστα — (Torricelli, Φαέντσα 1608 – Φλωρεντία 1647). Ιταλός φυσικός και μαθηματικός. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών, σπούδασε στη Φαέντσα και στη Ρώμη και έγινε διάσημος για τις μαθηματικές εργασίες του. Ο Γαλιλαίος τον προσκάλεσε στη Φλωρεντία όπου ο… …

    Dictionary of Greek