απο

  • 21ρομανική τέχνη — Από τα τέλη του 10ου έως τα τέλη του 12ου αι., εκδηλώθηκε στην Ευρώπη μια κίνηση για το ξαναζωντάνεμα όλων των τεχνών και πρώτα πρώτα της αρχιτεκτονικής, που πήρε το όνομα ρομανική. Η έκφραση αυτή χρησιμοποιήθηκε αρχικά με την ίδια ορολογική αξία …

    Dictionary of Greek

  • 22όγκος — Από στοιχειώδη άποψη, ο όρος χαρακτηρίζει την «έκταση ενός στερεού» ως προς μια μονάδα μέτρησης μ3, π.χ. το κυβικό μέτρο, το κυβικό εκατοστό κλπ. Για ορισμένα απλά στερεά υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες, που μας επιτρέπουν τον υπολογισμό του όγκου …

    Dictionary of Greek

  • 23Μουσείο, Αρχαιολογικό Μυκηνών — Από τη δεκαετία του 1960, όταν τις ανασκαφές στις Μυκήνες διεξήγε ο Γεώργιος Μυλωνάς, υπήρχε η σκέψη για την ίδρυση μουσείου που θα στέγαζε τα πολύτιμα ευρήματα της μυκηναϊκής ακρόπολης και των βασιλικών τάφων στον τόπο όπου βρέθηκαν. Τα ευρήματα …

    Dictionary of Greek

  • 24Μπαντού — (από το Μπα, πρόθημα ενδεικτικό του πληθυντικού και Ντου = άνθρωπος). Λαοί που είναι εγκατεστημένοι σε μεγάλο τμήμα της Μαύρης Αφρικής, από τις ατλαντικές ακτές του Καμερούν έως τις εκβολές του Τζούμπα, μέχρι του νότιου άκρου της ηπείρου, εκτός… …

    Dictionary of Greek

  • 25ἀποκαταρῶμαι — ἀπό , κατά ἀράζω snarl fut ind mid 1st sg ἀπό , κατά ἀρέομαι pres subj mp 1st sg (attic epic doric) ἀπό , κατά ῥάζω snarl fut ind mid 1st sg ἀπό , κατά ῥαίνω sprinkle fut ind mid 1st sg (epic) ἀπό , κατά ῥέομαι flow pres subj mp 1st sg (attic… …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 26γόμωση — Από άποψη βλητικής ονομάζουμε γ. καθορισμένες ποσότητες εκρηκτικής ύλης που προορίζονται για ειδικούς στρατιωτικούς και τεχνικούς σκοπούς. Διακρίνονται σε γ. προώθησης και σε γ. έκρηξης (εκρηκτικές). Οι πρώτες, αφού εισαχθούν στη θαλάμη ενός… …

    Dictionary of Greek

  • 27ἀπολλᾶν — ἀπό λάω 1 pres part act masc voc sg (doric aeolic) ἀπό λάω 1 pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) ἀπό λάω 1 pres part act masc nom sg (doric aeolic) ἀπολλᾶ̱ν , ἀπό λάω 1 pres inf act (epic doric) ἀπό λάω 1 pres inf act (attic doric)… …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 28υποβολή — (από το ρήμα υποβάλλω, βάζω κάτω από άλλον, βάζω κάτι στην κρίση ανωτέρου μου, υπαγορεύω κάτι, εξαναγκάζω κάποιον να υποστεί την επιρροή μου). Υ. υπάρχει όταν προτείνουμε ή εισηγούμαστε μια ιδέα ή μια πράξη σε άλλον. Στο θέατρο λέγεται η… …

    Dictionary of Greek

  • 29ἀποσκοτῶν — ἀπό σκοτάω their sight is darkened pres part act masc voc sg ἀπό σκοτάω their sight is darkened pres part act neut nom/voc/acc sg ἀπό σκοτάω their sight is darkened pres part act masc nom sg (attic epic ionic) ἀπό σκοτάω their sight is darkened… …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 30ἀποσυνιστῶ — ἀπό συνίστημι BJ Prooem. pres subj act 1st sg (attic epic doric) ἀπό συνιστάω BJ Prooem. pres imperat mp 2nd sg ἀπό συνιστάω BJ Prooem. pres subj act 1st sg (attic epic ionic) ἀπό συνιστάω BJ Prooem. pres ind act 1st sg (attic epic ionic) ἀπό… …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)