Перевод: с русского на все языки

Φράνκ

Ничего не найдено.

Попробуйте поискать во всех возможных языках

или измените свой поисковый запрос.

См. также в других словарях:

  • Φρανκ - Νοέν — (Franc – Nohain, Κορμπινί, Νιεβρ 1873 – Παρίσι 1934). Ψευδώνυμο του Γάλλου συγγραφέα Μορίς Ετιέν Λεγκράν. Έγραψε ποιήματα σε ελεύθερο στίχο με μια εκκεντρική φαντασία που πλησιάζει τους φανταιζίστες. Το ποιητικό του έργο είναι συγκεντρωμένο στη… …   Dictionary of Greek

  • Φρανκ, Άννα — (Frank, Φρανκφούρτη 1929 – ναζιστικό στρατόπεδο εξόντωσης του Μπέργκεν Μπέλσεν 1945). Νεαρή Γερμανίδα Εβραία, συγγραφέας ενός περίφημου ημερολόγιου. Οι γονείς της, που έφυγαν το 1933 στην Ολλανδία, εγκαταστάθηκαν στο Άμστερνταμ, όπου, κατά τη… …   Dictionary of Greek

  • Φρανκ, Ζαν - Μπατίστ — (Franque, Βιλνέβ λεζ Αβινιόν 1683 – 1758). Γάλλος αρχιτέκτονας. Δημιούργησε στο Αβινιόν πολυάριθμα κτίρια, πολιτικά και θρησκευτικά, ανάμεσα στα οποία διακρίνονται το Οτέλ ντε Γκωμόν (1720 21) και το Οτέλ ντε Βιλνέβ Μαρτινιάν (1741 54). Την… …   Dictionary of Greek

  • Φρανκ, Ιλία Μιχαήλοβιτς — (1908 – 1968). Ρώσος φυσικός. Καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Μόσχας από το 1944. Το 1958 πήρε μαζί με τους Τσερένκοφ και Ταμ το βραβείο Νόμπελ της φυσικής για τη θεωρητική ερμηνεία (1937) του φαινομένου Τσερένκοφ και το 1946, μαζί με τους… …   Dictionary of Greek

  • Φρανκ, Λέοναρντ — (Frank, Βούρτσμπουργκ 1882 – Μόναχο 1961). Γερμανός συγγραφέας. Άσκησε, μέχρι το 1920, τα ταπεινότερα επαγγέλματα και το 1933 κατέφυγε στη Γαλλία και στη συνέχεια στις ΗΠΑ. Aπό εκεί γύρισε το 1950. Είναι ο συγγραφέας έξοχων μυθιστορημάτων και… …   Dictionary of Greek

  • Φρανκ, Μπρούνο — (Frank, Στουτγκάρδη 1887 – Μπέβερλι Χιλς, Καλιφόρνια 1954). Γερμανός συγγραφέας. Ξεκίνησε τη συγγραφή ακολουθώντας τα ίχνη του Ρίλκε γράφοντας το λυρικό Γύρω από το χρυσό ποτήρι (1905), για να μεταπηδήσει στα μυθιστορήματα επηρεασμένος από τον… …   Dictionary of Greek

  • Φρανκ, Σεζάρ - Oγκίστ — (Franck, Λιέγη 1822 – Παρίσι 1890). Βέλγος συνθέτης. Αν και ο πατέρας του τον έστρεψε από μικρό στη μουσική, με τη φιλοδοξία να τον κάνει παιδί θαύμα, ο Φ., περιέργως, μόνο πολύ αργά κατόρθωσε να αποκτήσει τη φήμη που του άξιζε. Αφού απέτυχε στις …   Dictionary of Greek

  • Φρανκ, Σεμπαστιάν — (Franck, Ντόναουβορτ 1499 – Βασιλεία 1542). Γερμανός συγγραφέας. Στην αρχή καθολικός ιερέας, στη συνέχεια υποστηρικτής του Λουθήρου, διαφώνησε και με αυτόν το 1528. Το 1531 διώχτηκε από το Στρασβούργο, επειδή επιτέθηκε ανοιχτά εναντίον των… …   Dictionary of Greek

  • Φρανκ, Τζέιμς — (Franck, Αμβούργο 1882 – Γκότιγκεν 1964). Αμερικανός φυσικός γερμανικής καταγωγής. Το 1935 μετανάστευσε στις ΗΠΑ, όπου δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, και πήρε μέρος στις εργασίες για την δημιουργία της ατομικής βόμβας. Επιβεβαίωσε με… …   Dictionary of Greek

  • Φρανκ, Φιλίπ — (Frank, Βιέννη 1884 – Κέμπριτζ, Μασαχουσέτη 1966). Αυστριακός φυσικός και φιλόσοφος. Δίδαξε στην Πράγα και στις ΗΠΑ. Υπήρξε ένας από τους ιδρυτές του Κύκλου της Βιέννης και ένας από τους σπουδαιότερους αντιπρόσωπους, μαζί με τον Σλικ, της θεωρίας …   Dictionary of Greek

  • Κάπρα, Φρανκ — (FrankCapra, Παλέρμο 1897 – 1991). Αμερικανός σκηνοθέτης και παραγωγός του κινηματογράφου, ιταλικής καταγωγής. Μετανάστευσε στις ΗΠΑ σε μικρή ηλικία, σπούδασε χημικός μηχανικός και έπειτα από περιπέτειες κατέληξε στη σκηνοθεσία το 1926,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»